Στις 26 Αυγούστου 1960, η Σταυρούλα Γκουβούση έγραψε μια ζοφερή σελίδα στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, καθώς έγινε η πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε στη χώρα.
Το έγκλημα για το οποίο καταδικάστηκε ήταν η φρικτή δολοφονία της νύφης της, Μεταξίας Γκουβούση, η οποία ήταν πέντε μηνών έγκυος.
Η υπόθεση αυτή συντάραξε την ελληνική κοινωνία, όχι μόνο λόγω της βαρβαρότητας του εγκλήματος αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι η ίδια η πεθερά ήταν η βασική αυτουργός.
Το Ιστορικό του Εγκλήματος
Η υπόθεση ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 1959, όταν η Σταυρούλα Γκουβούση, πιστεύοντας ότι η νύφη της Μεταξία κυοφορούσε ένα παιδί που δεν ήταν του γιου της, Δημήτρη Γκουβούση, αποφάσισε να λάβει δραστικά μέτρα. Από την αρχή του γάμου, η Σταυρούλα φερόταν εχθρικά προς τη Μεταξία, την οποία κατηγορούσε ότι είχε ερωτικό παρελθόν και ότι το παιδί που περίμενε δεν ανήκε στον γιο της.
Αρχικά, η Σταυρούλα και ο Δημήτρης προσπάθησαν να εξαναγκάσουν τη Μεταξία να κάνει έκτρωση, πηγαίνοντάς την σε διάφορους γιατρούς.
Ωστόσο, λόγω της προχωρημένης εγκυμοσύνης, κανένας γιατρός δεν δέχθηκε να αναλάβει την ευθύνη μιας τέτοιας ενέργειας. Τελικά, αποφάσισαν να λύσουν το «πρόβλημα» με τα δικά τους χέρια.
Η Φρικτή Δολοφονία
Στις 5 Ιανουαρίου 1959, η Σταυρούλα και ο Δημήτρης έστησαν μια θανάσιμη παγίδα στη Μεταξία. Αφού έφαγαν όλοι μαζί, η Μεταξία ξάπλωσε να ξεκουραστεί στο σπίτι της πεθεράς της.
Εκείνη τη στιγμή, η Σταυρούλα είδε την ευκαιρία της. Έδεσε τα χέρια και τα πόδια της άτυχης γυναίκας με ένα χοντρό σχοινί και άρχισε να τη χτυπάει ανελέητα στο κεφάλι και την κοιλιά, μέχρι που η Μεταξία έχασε τις αισθήσεις της.
Στη συνέχεια, μαζί με τον γιο της, μετέφεραν το λιπόθυμο σώμα της στην αυλή του σπιτιού και την έριξαν μέσα σε μια στέρνα. Η Μεταξία πνίγηκε ενώ ήταν ακόμα αναίσθητη.
Η Προσπάθεια Κάλυψης του Εγκλήματος
Το επόμενο πρωί, ημέρα των Φώτων, η Σταυρούλα συνέχισε τη ζωή της σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Πήγε στην εκκλησία και, όταν επέστρεψε, άρχισε να παίζει το προμελετημένο θέατρο της. Φώναξε βοήθεια, υποστηρίζοντας ότι βρήκε ανοιχτή τη στέρνα και τα ρούχα της νύφης της δίπλα της, προσπαθώντας να παρουσιάσει τη δολοφονία ως ατύχημα ή αυτοκτονία.
Ωστόσο, τα στοιχεία που συγκέντρωσαν οι αρχές δεν άφησαν περιθώριο αμφιβολίας. Η αστυνομία ανακάλυψε ότι το σημείωμα που υποτίθεται πως είχε αφήσει η Μεταξία δεν ήταν γραμμένο από την ίδια, αλλά είχε πλαστογραφηθεί από κάποιο άλλο άτομο που προσπάθησε να αντιγράψει τον γραφικό της χαρακτήρα. Τελικά, η Σταυρούλα και ο Δημήτρης ομολόγησαν την ενοχή τους.
Η Δίκη και η Καταδίκη
Η δίκη της Σταυρούλας και του Δημήτρη Γκουβούση ήταν σύντομη, καθώς η ενοχή τους ήταν προφανής. Το κακουργιοδικείο της Κυπαρισσίας καταδίκασε και τους δύο σε θάνατο για το ειδεχθές έγκλημα.
Η Σταυρούλα, προσπαθώντας να γλιτώσει την ποινή, υπέβαλε αίτηση χάριτος, ζητώντας να μετατραπεί η ποινή της σε ισόβια κάθειρξη. Ωστόσο, το Συμβούλιο Χαρίτων απέρριψε την αίτησή της παμψηφεί.
Η Εκτέλεση
Στις 26 Αυγούστου 1960, τα ξημερώματα, η Σταυρούλα Γκουβούση βρέθηκε ενώπιον του εκτελεστικού αποσπάσματος στον Υμηττό. Παρά την κρισιμότητα της στιγμής, λέγεται ότι δεν έδειχνε να καταλαβαίνει πλήρως τι επρόκειτο να συμβεί.
Αφού εξομολογήθηκε, στάθηκε στο ύψωμα και ακούγοντας την ανάγνωση της ποινής της, εκτελέστηκε με πυροβολισμο.
Κληρονομιά και Συζήτηση
Η υπόθεση της Σταυρούλας Γκουβούση έφερε στο προσκήνιο πολλές συζητήσεις για τη θανατική ποινή και τα κοινωνικά ζητήματα που οδηγούν σε τέτοια εγκλήματα. Παράλληλα, προκάλεσε αίσθηση στην κοινή γνώμη, ιδιαίτερα λόγω του γεγονότος ότι η εκτελεσθείσα ήταν μια γυναίκα, κάτι που εκείνη την εποχή θεωρούνταν εξαιρετικά σπάνιο.
Το έγκλημα και η επακόλουθη εκτέλεση της Σταυρούλας Γκουβούση έχουν μείνει στη μνήμη ως μια από τις πιο σκοτεινές στιγμές της ελληνικής δικαστικής ιστορίας, υπενθυμίζοντας τον τρόμο και τη βαρβαρότητα που μπορεί να προκύψει από τις οικογενειακές συγκρούσεις και τις βαθιά ριζωμένες κοινωνικές προκαταλήψεις.

